Ο Γριφος της Κληρονομιας (2024)
Πρωτότυπος τίτλος: Spadek (2024)
Σενάριο: Łukasz Sychowicz
Σκηνοθεσία: Sylwester Jakimow
Χώρα παραγωγής: ΠολωνίαΔιάρκεια: 94΄
Εμφανίζονται: Joanna Trzepiecinska, Maciej Stuhr, Piotr Polak, Mateusz Król, Gabriela Muskala
ΣΥΝΟΨΗ
Μετά τον θάνατο του ζάμπλουτου εφευρέτη Jan Peszek, οι συγγενείς του καταφθάνουν στην έπαυλή του, ώστε να ακούσουν την διαθήκη. Ωστόσο, τους περιμένει μώς ο θείος τουςέχει αναζητήσει το παρελθόν τους και δεν θα τους παραχωρήσει τίποτε χωρίς κόπο. Πρέπει να λύσουν μια σειρά από γρίφους και για να το πετύχουν πρέπει να συνεργαστούν ξεπερνώντας τις όποιες αντιπαραθέσεις τους.
------------------------
Η ταινία Ο Γρίφος της Κληρονομιάς είναι από τις πρόσφατες εισδοχές στην πλατφόρμα του Netflix (19 Ιουνίου 2024). Σκαρφάλωσε μάλιστα στο νο. 2 των δημοφιλέστερων. Πρόκειται για κωμωδία που έρχεται από την Πολωνία (δύσκολη γλώσσα ηχητικά, ασυνήθιστη για εμάς). Εξαρχής, θεωρώ την κωμωδία από τα δύσκολα είδη (δεν είναι τυχαίο που η ελληνική μυθοπλασία δεν μπορεί να βγάλει σήμερα εύκολα καλή κωμωδία) – χρειάζεται πολλή προσπάθεια, για να αποφύγεις τη φαιδρότητα.
Για κωμωδία το set-up είναι αναγνωρίσιμο, κλασικό ως συνθήκη: τα μέλη μιας οικογένειας συναντιούνται μετά από χρόνια με αφορμή τον θάνατο του θείου. Όλοι εποφθαλμιούν την τεράστια περιουσία του θείου. Ετερόκλητοι άνθρωποι αναγκάζονται να συνυπάρξουν και ίσως ανακαλύψουν εκείνα που τους ενώνουν (ή τους χωρίζουν).
Δε λέω, η φάση ήταν χαλαρή, κάποιες σκηνές είχαν όντως πλάκα. Κρατάω δε κάποιες πολύ όμορφες τεχνικές. Η ταινία είχε διαδοχικά split screen, είχε έξυπνα intercutting (ειδικά στον τρόπο που εναλλάσσονταν οι καταθέσεις στην αστυνομία και οι συζητήσεις με τον θείο) και ευρηματικά dissolve. Ως προς το στήσιμο λοιπόν τα πράγματα πήγαν εντυπωσιακά καλά. Στα συν κρατάω και τη μουσική επένδυση.
Αλλά για όλα τούτα υπήρχαν και πράγματα που δε λειτούργησαν σωστά. Οι χαρακτήρες ήταν μονοδιάστατοι, καρικατούρες με έναν τρόπο σχεδόν αρχετυπικό για κωμωδία, αλλά και ρηχό ταυτόχρονα. Παράλληλα, οι ερμηνείες είναι υποτονικές, κάπως άνευρες ή στις εξάρσεις τους ασόβαρες (σαν κακό Scooby-Doo). Υπήρχε μια υπερβολή (στοιχείο κωμωδίας, το δέχομαι), που όμως ενοχλούσε από ένα σημείο κι έπειτα. Κάποιοι διάλογοι ήταν ατακαδόρικοι, κάποιοι άλλοι ήταν στα όρια της αφέλειας. Είτε το πιστεύεις είτε όχι, υπήρχε χαρακτήρας που έριχνε κουτουλιές και κάθε φορά φώναζε “Ζιντααάν”! (ξαναδιάβασε την πρόταση) Το δε τέλος έρχεται με έναν τρόπο που δεν τον προτιμώ γενικά: ένα over voice αφηγείται όσα εμείς δε ξέρουμε και αποκαλύπτει τη λύση του δράματος. Άσε που δεν απαντήθηκαν και πολλά πράγματα...
ΝΑ ΤΗΝ ΔΩ; Ε καλά, μη βιάζεσαι κιόλας...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου