V. M. Giambanco – Τόσο Πολύ Αίμα
Εκδόσεις
Διόπτρα
Μετάφραση:
Γιάννης Σπανδωνής
Έτος
ελληνικής έκδοσης: 2017
Σελίδες:
411
ΣΥΝΟΨΗ
Αφού
έχει ήδη δύο χρόνια υπηρεσίας στην Αστυνομία του Σιάτλ, η επιθεωρητής του Τμήματος Ανθρωποκτονιών Άλις
Μάντισον νιώθει επιτέλους πως ανήκει κάπου, πράγμα που της χαρίζει
μια πρωτόγνωρη ηρεμία. Όταν γίνεται μια διάρρηξη που συνοδεύεται από μια φρικιαστική δολοφονία και η
υπόθεση ανατίθεται στη Μάντισον, η αστυνομικός ανακαλύπτει ότι δεν έχει να
κάνει με έναν συνηθισμένο φόνο. Αναλαμβάνει να εντοπίσει έναν κατά συρροή
δολοφόνο, που με τα αριστοτεχνικά σχεδιασμένα βίαια εγκλήματά του βασανίζει το
Σιάτλ εδώ και χρόνια. Καθώς βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στην υπόθεση, η
Μάντισον πληροφορείται ότι κάποιος παρακολουθεί τη χήρα ενός από τα θύματα.
Μήπως ο δολοφόνος ετοιμάζεται να χτυπήσει ξανά; Η πίεση είναι τρομερή, αλλά
κανένα εμπόδιο δεν θα ανακόψει την προσπάθεια της Μάντισον να σώσει το επόμενο
αθώο θύμα. Μια σειρά γεγονότων και συμπτώσεων θα ακολουθήσει, αλλά τίποτα δεν
θα είναι πια όπως δείχνει...
Το Τόσο Πολύ Αίμα
είναι η τρίτη ιστορία με πρωταγωνίστρια της Άλις Μάντισον. Έχει ένα χαλαρό
δέσιμο με τα προηγούμενα δύο, καθώς εμφανίζονται ίδιοι δευτερεύοντες χαρακτήρες
που μάλιστα έχουν αφήσει ανοιχτές εκκρεμότητες στα προηγούμενα δύο βιβλία. Επίσης,
σε σχέση με τα άλλα δύο έχει περισσότερα gore
στοιχεία.
Οι δολοφονίες και οι περιγραφές είναι γλαφυρές κι απολαμβάνεις να διαβάζεις τις
σκηνές φόνου. Οπότε ως προς αυτά είναι εντάξει.
Για το Τόσο Πολύ Αίμα της Ιταλίδας Valentina Giambanco
είχα διαβάσει διθυραμβικές κριτικές. Θα έπρεπε να με συναρπάσει περισσότερο από
τις δύο προηγούμενες περιπέτειες της Άλις Μάντισον.
Δεν το έκανε.
Ξεκίνησε αργά,
αλλά κάποια στιγμή (νόμισα πως) βρήκε ρυθμό. Άρχισε να χτίζει την πλοκή, είχαμε
ένα μοτίβο, όλα πηγαίναν καλά. Αλλά όχι. Η πλοκή δεν έχει ρυθμό. Η Giambanco αναλώνεται σε ανούσιες λεπτομέρειες και
ασύνδετες υποπλοκές που αργά ή γρήγορα αποτραβούν το ενδιαφέρον. Η υπόθεση
ξεφεύγει σε τέτοιο βαθμό που ξεχνάς το αρχικό έγκλημα. Αλλά ακόμα κι όταν
επανερχόμαστε σε αυτό, προχωρούμε προς την λύση τόσο αδιάφορα που ειλικρινά
είχα χάσει το ενδιαφέρον μου για τον «κακό» της υπόθεσης.
Αν κάτσω να το
δω από μακριά, θα το αποδώσω στο γεγονός ότι δεν υπήρχε βάθος. Έμειναν
αναπάντητα ερωτήματα, ενώ δεν πείστηκα για τον λόγο που οδήγησε τον δράστη σε
12+ εγκλήματα. Τέλος, το δέσιμο της πλοκής ήταν τόσο άνευρο, που δεν ένιωσα
κανέναν οίκτο για τα θύματα.
Ονόματα και
χαρακτήρες. Περισσότεροι από όσους μπορείς να συνηθίσεις, περισσότεροι από
όσους θέλεις κι εν τέλει περισσότεροι από όσοι χρειάζονται. Αρκετά ονόματα
απλώς παρελαύνουν χωρίς κανένα υπόβαθρο και κατά πώς αποδεικνύεται χωρίς
ιδιαίτερη συμμετοχή στην κύρια πλοκή. Η Giambanco
προτίμησε να παραθέσει χαρακτήρες μάλλον για να μπερδέψει και να
αποπροσανατολίσει τον αναγνώστη στην όλη λογική του whodunit
κλίματος.
Και ακόμη
χειρότερα, οι χαρακτήρες αυτοί δεν είχαν τίποτα που να προκαλέσει κατά κάποιον
τρόπο την συναισθηματική εμπλοκή του αναγνώστη. Κανείς δεν με συγκίνησε, με
κανέναν δεν ένιωσα να συμπάσχω κι ούτε με ενδιέφερε ιδιαίτερα. Ιδίως η ίδια η
πρωταγωνίστρια, η Άλις Μάντισον, μου ήταν παγερά αδιάφορη. Μάλιστα, ως
χαρακτήρας συγκέντρωνε ετερόκλητα στοιχεία που περισσότερο συσκότιζαν παρά
φώτιζαν την προσωπικότητά της. Και δεν σχολιάζω καν τις σκηνές σεξ που με
έφεραν σε αμηχανία, όχι γιατί ήταν σκηνές σεξ, αλλά γιατί γράφτηκαν για να
γραφτούν, λες και έπρεπε να δείξουμε λίγο ρομάντζο ντε και καλά.
Η υπόθεση φάνηκε
να σώζεται στο τελευταίο 1/3 του βιβλίου. Εκεί κάπως απέκτησε ρυθμό και άρχισαν
να μπαίνουν τα κομμάτια σε μια σειρά, ώστε να βγαίνει κάποιο νόημα. Η Giambanco επικεντρώθηκε στην πλοκή και το
βιβλίο ανέβηκε ένα επίπεδο. Το τέλος έκρυβε βέβαια την μεγάλη ανατροπή, οπότε
ναι, ήταν μια τίμια προσπάθεια. Στο χωριό μου συνηθίζουμε να λέμε σε τέτοιες
περιπτώσεις too little,
too late.
Όλη η δράση (και το ενδιαφέρον) βρίσκεται στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου. Όταν
άρχισε να μπαίνει σιγά σιγά μια τάξη και να συνδέονται κάπως τα γεγονότα, ήμουν
ήδη μουδιασμένος. Κάτι σώθηκε. Αλλά δεν φτάνει.
ΝΑ
ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΩ;
Αν σου πω να μην το διαβάσεις, θα έρθω σε αντίθεση με εκατοντάδες
ενθουσιασμένους χρήστες του goodreads που του έδωσαν
βαθμολογία 4.15 (παραπάνω από τον ομοειδή Χιονάνθρωπο
ή ακόμα χειρότερα από το κλασικό Πορτρέτο
του Ντόριαν Γκρέι). Αλλά εμένα δεν μου άρεσε. Με κούρασε και το ξέχασα
σχεδόν αμέσως.
βαθμολογία: 67/100
σχετικές αναρτήσεις:
Σε Βλέπω |
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου