Brian Evenson - Έσχατες Μέρες
Τίτλος πρωτότυπου: Brian Evenson – Last Days (2009)
Εκδόσεις Καστανιώτη
Μετάφραση: Νίκος
Μάντης
Έτος ελληνικής
έκδοσης: 2016
Σελίδες: 229
ΣΥΝΟΨΗ (από το οπισθόφυλλο)
Στις Έσχατες μέρες
πρωταγωνιστεί ο Κλάιν που πέφτει θύμα απαγωγής από μια σκοτεινή σέκτα η οποία πιστεύει
ότι ο ακρωτηριασμός σε φέρνει πιο κοντά στον Θεό. Ο Κλάιν εξαναγκάζεται να διαλευκάνει
τη δολοφονία του αρχηγού της. Όσο περισσότερο εμπλέκεται στην υπόθεση τόσο συναισθάνεται
ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο σοβαρά απ' όσο υπέθετε αρχικά. Άραγε θα φτάσει εγκαίρως
στην αλήθεια, ώστε να πάρει το σκήπτρο του προφήτη και να σώσει τον εαυτό του ή
μήπως θα καταστρέψει τα πάντα σ' ένα ξέσπασμα βιβλικής οργής; Κινούμενος σ' έναν
λαβύρινθο από ψέματα, απειλές και παραπληροφόρηση, ο Κλάιν συνειδητοποιεί ότι η
επιβίωσή του εξαρτάται από την ίδια του τη βούληση.
Τον Brian Evenson δεν τον ήξερα, οπότε
διαβάζοντας το βιβλίο Έσχατες Μέρες προσπαθώ να φανταστώ την προσωπικότητά του.
Μαντεύω λοιπόν ότι, αν ζούσε πριν δύο αιώνες, θα έκανε παρέα με τον Edgar Allan
Poe. Μαντεύω επίσης ότι, αν έκανε κινηματογράφο, αγαπημένος του σκηνοθέτης θα ήταν
ο David Cronenberg, αλλά θα συμπαθούσε και τις δουλειές του Dario Argento ή τον
σουρρεαλισμό του David Lynch, ενώ θα ξεπατίκωνε τις gore σκηνές από τον Quentin
Tarantino. Αλλά και πάλι μου φαίνεται αρκετά πολυσχιδής για να προσπαθώ να μαντέψω.
Είναι, εκτός των άλλων, διδάκτωρ λογοτεχνίας και κριτικής θεωρίας, ενώ το έργο του συνολικά έχει και φιλοσοφικό περιεχόμενο. Τα ακαδημαϊκά του συγγράμματα αφορούν τον Deleuze
και τον Heidegger. Αντίστοιχα, στα λογοτεχνικά του έργα, το πρώτο του βιβλίο, Altmann's Tongue (1994 – δεν υπάρχει ελληνική έκδοση), ξεκινούσε με ένα επίγραμμα της μεγάλης Julia Kristeva. Συχνά το έργο
του έχει παραλληλιστεί με εκείνο του Χόρχε Λουίς Μπόρχες και του Φρανς Κάφκα. Τέλος,
έχει λάβει πλήθος βραβείων και διακρίσεων (για τις Έσχατες Μέρες τιμήθηκε με το βραβείο Καλύτερης νουβέλας τρόμου του
2009).
Και πάλι όμως αυτός ο τύπος είναι δυσεύρετος
στην Ελλάδα. Από μια εικοσάδα βιβλία του, έχει εκδοθεί μόνο το συγκεκριμένο κι αυτό
μόλις το 2016. Διαβάζοντάς το καταλαβαίνεις λίγο-πολύ και γιατί. Το βιβλίο είναι
πολύ ιδιαίτερο στα πάντα του: ύφος, δομή, περιεχόμενο. Από τα πιο παράξενα πράγματα
που έχω διαβάσει. Και μου φάνηκε εξαιρετικό.
Άκου ιστορία: ένας μυστικός αστυνομικός
ακρωτηριάζεται και κατόπιν απαγάγεται από μια θρησκευτική σέκτα που αποτελείται
από ακρωτηριασμένους άντρες που θεωρούν τα κομμένα άκρα ομορφιά. Όσο πιο πολλούς
ακρωτηριασμούς, τόσο πιο ψηλά στην ιεραρχία. Υποτίθεται ότι τον έφεραν εκεί και
τον εγκλώβισαν στο κρησφύγετό τους για να διαλευκάνει ένα έγκλημα που δεν έγινε.
Παρόλα αυτά, τον κάνουν με το ζόρι μέλος τους και τον υποχρεώνουν να πειθαρχεί στις
συνήθειες και τους κανόνες της σέκτας. Φορά ρούχα που αναδεικνύουν τα χαμένα μέλη,
πάει σε πάρτι με ακρωτηριασμένους κλπ. Από όποια πλευρά κι αν το δεις η πλοκή είναι
αρρωστημένη, πολύ πέρα από τα συνηθισμένα.
Σε αντίστοιχη φάση κινείται η γλώσσα και
το ύφος. Η γραφή είναι επίπεδη, απλή και μονότονη που αντί όμως να κουράζει και
να δείχνει φτώχεια γλωσσικών μέσων, προωθεί ακόμη περισσότερο τη νοσηρή κατάσταση
που επικρατεί. Κυριαρχούν τα εκτενή διαλογικά μέρη (οι κοφτές ερωταποκρίσεις καλύπτουν
ολόκληρες σελίδες), ενώ δεν μαθαίνουμε ποτέ τις σκέψεις και τα συναισθήματα του
πρωταγωνιστή. Κι εκεί που φυσιολογικά θα έπρεπε να οδηγούμαστε στην έξοδο του λαβυρίνθου,
η πλοκή μας πάει γυρνάει συνεχώς στο κέντρο του. Συχνά το ύφος διανθίζεται με δόσεις
μαύρου χιούμορ που σχεδόν φέρνει τον αναγνώστη σε αμηχανία λόγω του ανυπέρβλητου κυνισμού. Διαβάζουμε
για παράδειγμα:
“Θα
μπορούσα να μετρήσω τους ανθρώπους που καυτηριάστηκαν μόνοι τους στα δάχτυλα του
ενός χεριού”, είπε ο Ράμζι.
“Αν
είχε χέρι”, είπε ο Γκους.
“Αν
είχα χέρι”, είπε ο Ράμζι.
Ή αργότερα:
“Τον σκότωσες;” ρώτησε ο Κλάιν.
“Μάλλον”, είπε ο Γκους.
“Κι αν έπαιρνε (στο τηλέφωνο) την κοπέλα του;” ρώτησε ο Κλάιν, καθώς έμπαιναν μέσα για ν’ αρχίσουν πάλι το ταξίδι.
Ο Γκους τού έριξε ένα βλέμμα όλο αηδία. “Γιατί μου το ’πες αυτό τώρα; Για να με κάνεις να νιώσω άσχημα;”.
“Συγγνώμη”, είπε ο Κλάιν.
“Ό,τι έγινε, έγινε”, είπε ο Γκους.
“Μάλλον”, είπε ο Γκους.
“Κι αν έπαιρνε (στο τηλέφωνο) την κοπέλα του;” ρώτησε ο Κλάιν, καθώς έμπαιναν μέσα για ν’ αρχίσουν πάλι το ταξίδι.
Ο Γκους τού έριξε ένα βλέμμα όλο αηδία. “Γιατί μου το ’πες αυτό τώρα; Για να με κάνεις να νιώσω άσχημα;”.
“Συγγνώμη”, είπε ο Κλάιν.
“Ό,τι έγινε, έγινε”, είπε ο Γκους.
Για το παρελθόν του Κλάιν δεν μαθαίνουμε
τίποτα. Δεν είναι καν σαφής ο τόπος και ο χρόνος που διαδραματίζεται η δράση. Και
πάλι όμως δεν ήταν αυτή η πρόθεση του Evenson. Ο Evenson δεν έφτιαξε τους χαρακτήρες
του για να γίνουν συμπαθείς. Δεν φαίνεται να επεδίωξε την ταύτισή μας με τίποτα
στην ιστορία. Εξάλλου, στο τέλος, δεν έχει καμιά σημασία ποιος είναι το θύμα και
ποιος ο θύτης. Τα πάντα συμβαίνουν σε ένα ονειρώδη κόσμο, όπου τίποτα δεν πήγαινε
σωστά εξ αρχής.
Οι Έσχατες Μέρες εντάσσονται αναμφισβήτα στην κατηγορία του hard-boiled, βγαλμένο από τα παλιά. Κι αν σήμερα τρόμος θεωρείται το jump scare,
τα εφέ και άλλα τέτοια τερτίπια, ο Evenson μας θυμίζει τι είναι πραγματικά τρομακτικό
κλείνοντας το μάτι στους παλιούς μάστορες του horror και του παράδοξου.
ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΩ; Κοίτα... Πρώτα ξαναδιάβασε την πλοκή της ιστορίας.
Αν σου κάνει, προχώρα και στο βιβλίο. Στα μάτια μου είναι καταπληκτικό. Το καταλαβαίνεις
όμως ότι δεν απευθύνεται σε όλα τα γούστα, δεν φτιάχτηκε για να γίνει ευχάριστο
ούτε θα το δούμε ποτέ στα best-sellers.
βαθμολογία: 85/100
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου