Βαγγέλης Γιαννίσης - Το Μίσος
Τίτλος πρωτότυπου: V. Giannisis - Το Μίσος (2013)
Εκδόσεις Διόπτρα
Εκδόσεις Διόπτρα
Έτος
έκδοσης: 2013
Σελίδες:
464
ΣΥΝΟΨΗ
Ο ελληνοσουηδός επιθεωρητής Άντερς Οικονομίδης αναλαμβάνει να
εξιχνιάσει την ειδεχθή δολοφονία μιας νεαρής Ιρανής μετανάστριας, η οποία βρέθηκε
αποκεφαλισμένη στο Έρεμπρο της Σουηδίας.
Εντός λίγων ημερών τα κακοποιημένα πτώματα θα αυξηθούν.
Οι συνεχόμενοι φόνοι γίνονται όλο και
πιο βάνυασοι και τελετουργικοί. Ένας από τους ερευνητές της υπόθεσης αγνοείται και η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο. Στο βάθος βρίσκεται πάντοτε μια ξεχασμένη δολοφονία μιας βαρόνης του 19ου αιώνα. Ο Οικονομίδης
και η ομάδα του καλούνται να συλλέξουν
τα στοιχεία και να ενώσουν τα κομμάτια,
ώστε να φτάσουν στον δολοφόνο που δείχνει
να υπακούει σε ένα συγκεκριμένο μοτίβο
λαμβάνοντας χαρακτηριστικά serial
killer. Στο τέλος το μόνο που
θα αναδυθεί στην επιφάνεια είναι το
μίσος.
Αναρωτιόμουν
εξαρχής “τι είναι η σκανδιναβική
λογοτεχνία;”. Γενικά, κάτι μέσα μου
έλεγε ότι δεν προσδιορίζεται αποκλειστικά
βάσει καταγωγής των συγγραφέων. Υπάρχει
ένα νήμα που συνδέει σε ένα δεύτερο
επίπεδο την συγγραφή των Σκανδιναβών.
Είναι η θεματολογία, η
γλώσσα και το ύφος, η οπτική γωνία, ακόμα
και η δομή των αστυνομικών ιστοριών.
Την πεποίθηση αυτή την ενίσχυσε η
περίπτωση του Βαγγέλη Γιαννίση, ο οποίος
είναι γνώστης της σουηδικής πραγματικότητας.
Τι γίνεται λοιπόν, όταν ένας Έλληνας
συγγραφέας δίνει υλικό βγαλμένο
κατευθείαν από τον πυρήνα της σκανδιναβικής
λογοτεχνίας; Θέλω να πω,
αν υπέγραφε το βιβλίο ένας Σκανδιναβός
συγγραφέας θα εντασσόταν αυτομάτως σε
εκείνη τη κατηγορία; Γιατί ισχύει κι
εδώ: αν εντάξεις την ιστορία σου σε ένα
πιο εύφορο περιβάλλον, θα ανθίσει
καλύτερα.
Το Μίσος
είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Γιαννίση.
Ακολούθησαν κι άλλα (στα οποία θα
αναφερθούμε σύντομα). Ο
Γιαννίσης δεν μας απογοήτευσε σε κανένα.
Ο ήρωάς του, ο Άντερς
Οικονομίδης, είναι επαρκής. Δηλαδή είναι
αγαπητός και ισορροπημένος (όντως
αποφεύγονται οι υπερβολές και οι
ακρότητες που χαρακτηρίζουν την
πλειοψηφία των επιθεωρητών στα noir
μυθιστορήματα). Όμως, δεν
αποκαλύπτεται σε μεγάλο βαθμό και σε
μεγάλο βάθος σ’ αυτό το πρώτο βιβλίο.
Το ίδιο ισχύει και για τους δευτερεύοντες
χαρακτήρες. Για παράδειγμα, η βοηθός
του Οικονομίδη, η Φρέντρικσεν, ανήκει
στους ήρωες που θα έλεγες “χμμ θέλω να
μάθω περισσότερα γι’ αυτήν”. Πάντως,
είναι χαρακτήρες ζωντανοί και ρεαλιστικοί.
Δεν κάνουν εξόφθαλμα χαζές κινήσεις,
ούτε άβολους διαλόγους (παρεμπιπτόντως,
άβολοι διάλογοι είναι αυτοί που
παραπέμπουν σε ανθρώπους-καρικατούρες
ή σε στιχομυθίες τύπου Καλημέρα
Ζωή).
Σχετικά
με την πλοκή θα αυτολογοκριθώ, γιατί
δεν με εμπιστεύομαι τόσο
ώστε να αναφερθώ εκτενέστερα.
Η εξέλιξη
της ιστορίας ακροβατεί σε μια παράξενη
ισορροπία μεταξύ spoiler,
αποπροσανατολισμού κι
αιφνιδιασμού. Ίσως να ήθελα κάπως διαφορετικό το τέλος κι εννοώ δοσμένο διαφορετικά. Ωστόσο,
κρατάω κάποια στοιχεία, όπως λ.χ. τον
διάχυτο ρατσισμό που έχει διαποτίσει
τις κοινωνίες του Βορρά.
Και σε γενικές γραμμές, η πλοκή έχει
ρυθμό, έχει σταθερή ταχύτητα και
κλιμακώνεται στα σημεία που πρέπει.
Noir μυθιστόρημα
που σέβεται
τον εαυτό του (και τη νοημοσύνη του
αναγνώστη) κι ως εκ τούτου έχει ρεαλισμό.
Ο επιθεωρητής δεν είναι υπεράνθρωπος,
ο κακός δεν είναι
supervillain και
η έρευνα κάνει λογικά βήματα κι όχι
απίθανα (κι όλως τυχαίως, απόλυτα εύστοχα)
άλματα.
Το ίδιο
ισορροπημένη παραμένει και η γραφή.
Απλή, μεστή κι εύκολη στην ροή της. Στις
περιγραφές δίνεται το δέον βάρος (τόσο
όσο) και γενικότερα το ύφος σε βάζει στο
κλίμα χωρίς να αξιοποιούνται κατ’
ανάγκη όλα τα κλισέ που θα περιμέναμε.
Έτσι, διαβάζεται ευχάριστα και δεν
κρύβει αγκυλώσεις.
Αν κάτι
δεν μου άρεσε, είναι η -ευτυχώς, σποραδική- τάση
να μένει ο αναγνώστης έξω από την εξέλιξη
της ιστορίας έστω και
πρόσκαιρα. Κι εξηγούμαι
με ένα παράδειγμα:
ο Οικονομίδης παίρνει μια πληροφορία,
την μεταφέρει στον συνεργάτη του, τον
Μπγέρλινγκ, κι αυτός σοκάρεται. Σε
άλλη περίπτωση όλοι παρακολουθούν ένα
σημαντικό μήνυμα στον υπολογιστή, το
οποίο ανατρέπει τα πάντα. Αυτό.
Τέλος. Ο αναγνώστης γιατί
είναι στην απ’ έξω; Το
έχω αναφέρει και για άλλα βιβλία: αν
πρόκειται να πεις κάτι, πρέπει να το
πεις σε όλους – αλλιώς, κράτα το για
άλλη στιγμή με άλλον τρόπο.
Α! και
καταλαβαίνεις ότι είσαι στη Σουηδία
από το γεγονός ότι ο αστυνόμος Οικονομίδης
παίρνει κλήση για στάθμευση από την
τροχαία. Στην Ελλάδα αστυνομικός δεν
πήρε κλήση ποτέ. (κακό χωρατό, αλλά δεν με πείθεις ότι δεν είναι αλήθεια)
Οπότε
συνοψίζοντας, καταλήγω σε αυτό που
προανέφερα: βάλε την ιστορία σου στο
σωστό περιβάλλον και θα πάρει την αξία
που της αρμόζει. Γι’ αυτό χρειάζονται
συγγραφείς σαν τον Γιαννίση, για να μας
δείξουν ότι το ωραίο παραμένει ωραίο
ανεξαρτήτως περιτυλίγματος. Δεδομένης
της δημοφιλίας των noir
μυθιστορημάτων παγκοσμίως,
δεν ξέρω αν ο Γιαννίσης έχει μεταφραστεί,
αλλά δεν θα μου φαινόταν καθόλου περίεργο. Και χαίρομαι που η νέα ελληνική αστυνομική λογοτεχνία γράφει χιλιόμετρα παρουσιάζοντας αξιόλογες δουλειές.
ΝΑ
ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΩ; Ναι. Δεν θα
σου ανοίξει καινούργιες πόρτες στην
ανάγνωση, αλλά θα διαπιστώσεις ότι ο
Γιαννίσης γράφει καλύτερη σκανδιναβική
λογοτεχνία από τους μισούς Σκανδιναβούς
συγγραφείς. Είθισται δε να λέμε “μην
κρίνεις ποτέ τον συγγραφέα από το πρώτο
του βιβλίο”. Σε τούτη την περίπτωση
όμως ήταν ένα υποσχόμενο ντεμπούτο. Και
η υπόσχεση έγινε πράξη στα επόμενα
βιβλία του συγγραφέα.
βαθμολογία: 81/100
σχετικές αναρτήσεις:
Έχουνε όλοι κακούς σκοπούς |
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου