ΚΘΒΕ – (Ευριπίδου) Ιφιγένεια η εν Αυλίδι
Τραγωδία / Διάρκεια
120’
Σκηνοθεσία:
Γιάννης Καλαβριανός
Μετάφραση:
Παντελής Μπουκάλας
Παίζουν:
Γ. Γλάστρας, Α. Ευστρατιάδου,
Ν. Μαραγκόπουλος, Μ. Τσιμά,
Θ. Ραφτόπουλος, Γ. Καύκας
Αρχαίο
Θέατρο της Επιδαύρου
19
Ιουλίου 2019
ΣΥΝΟΨΗ
Ξεκινώντας για την Τροία ο ελληνικός
στόλος καθηλώνεται στην Αυλίδα
λόγω άπνοιας. Σύμφωνα με τον μάντη Κάλχα,
ο αρχηγός του στρατού,
Αγαμέμνονας, πρέπει να θυσιάσει την
κόρη του, Ιφιγένεια, ώστε να εξευμενίσει
την θεά Άρτεμη. Έτσι, την καλεί στην
Αυλίδα με πρόσχημα τον γάμο της με τον
Αχιλλέα. Η μοίρα φέρνει τον Αγαμέμνονα
μπροστά σε ένα θανάσιμο δίλημμα. Η
τραγωδία ανήκει στον Τρωικό
κύκλο και είναι από τις τελευταίες του
Ευριπίδη. Ο ποιητής δεν πρόλαβε
να ανεβάσει την τραγωδία, η οποία παραστάθηκε στα Μεγάλα Διονύσια
μετά τον θάνατό του κι απέσπασε
το πρώτο βραβείο.
Άσχετα από την
παράσταση, γενικά, έστω και μία φορά στη
ζωή του, ένας άνθρωπος πρέπει να
παρακολουθήσει μια παράσταση στην
Επίδαυρο. Όσα κι αν έχεις ακούσει για
το θεωρούμενο τελειότερο αρχαίο θέατρο,
πάνε περίπατο, όταν τα δεις από κοντά.
Χώρος υψηλής ακουστικής κι αισθητικής,
κρυμμένος σε μια κατάφυτη περιοχή της
Αργολίδας, σε καταπίνει με το μέγεθός
του (χωράει περίπου 13-14.000). Αποτελεί
μέρος του μεγαλύτερου και διασημότερου
Ασκληπιείου της Ελλάδας (εκτός του
θεάτρου, περιελάμβανε ξενώνες, γυμναστήριο,
στάδιο και ιερά). Στην αρχαιότητα
πιστευόταν ότι η παρακολούθηση παραστάσεων
στην Επίδαυρο λειτουργούσε ευεργετικά
για τη ψυχική και σωματική ίαση των
ασθενών. Μετά τις ανασκαφές και την
μερική αποκατάσταση του θεάτρου ξεκίνησε
το φεστιβάλ Επιδαύρου, που γίνεται κάθε
χρόνο από το 1955.
Στα της παράστασης
όμως… Ο θίασος και οι συντελεστές στη
πλειοψηφία τους είναι νέοι άνθρωποι,
δείγμα εξαιρετικό κι ελπιδοφόρο. Ο
σκηνοθέτης, Γιάννης Καλαβριανός, τολμά
ένα μεγάλο βήμα μεταβαίνοντας από το
κλειστό θέατρο στο μεγάλο ανοιχτό
θέατρο. Υπερτονίζει την πολιτική διάσταση
του έργου και εντοπίζει σημάδια ειρωνείας
και σάτιρας, άρα υπό αυτή την έννοια
μένει κοντά στο πνεύμα του Ευριπίδη.
Γενικά, ήταν μια θετική προσέγγιση.
Κάτι ανάλογο ισχύει
και σχετικά με τη μετάφραση του Παντελή
Μπουκάλα. Είχε ροή, είχε ρυθμό και ένταση
κι επίσης αποδόθηκε ικανοποιητικά και
στα αγγλικά (υπήρχαν στις άκρες των
κερκίδων από δύο οθόνες με υπέρτιτλους,
γεγονός πολύ χρήσιμο εφόσον μεγάλο
ποσοστό θεατών ήταν ξένοι). Και μιλώντας
για την απόδοση του κειμένου, μου έκανε
ιδιαίτερη εντύπωση η αυθόρμητη αντίδραση
του κοινού σε κάποιο σημείο που ο Μενέλαος
λέει πως το δράμα του λαού είναι ότι
ορίζει για κυβερνήτη του κάποιον “μόνο
και μόνο επειδή κρατάει από τρανή γενιά”.
Άλλωστε, αυτή είναι και η πραγματική
ουσία του θεάτρου. Επίσης, λεπτομέρεια,
αλλά αξίζει να σημειωθεί πως αρκετοί
ξένοι θεατές μειδίασαν και σιγομουρμούρισαν
σε άλλο σημείο, στον μονόλογο της
Ιφιγένειας, η οποία έλεγε ότι “οι Έλληνες
πρέπει να εξουσιάζουν τους ξένους, διότι
οι ξένοι είναι δούλοι και οι Έλληνες
ελεύθεροι”.
Όσον αφορά στις
ερμηνείες, εδώ τα πράγματα δυσκολεύουν.
Η Ανθή Ευστρατιάδου ήταν πολύ πειστική
στον ρόλο της Ιφιγένειας, καθώς κράτησε
την ισορροπία μεταξύ νεανικής αφέλειας
και ενσυνείδητου θύματος που σηκώνει
βαρύ το βάρος της μοίρας. Το ίδιο ισχύει
και για τον Θανάση Ραφτόπουλο, που έδωσε
δραματικό αέρα στην παράσταση και
ενσάρκωσε τις ιδέες, τις αξίες και τον
χαρακτήρα του Αχιλλέα όπως γενικά έχω
πλασμένο τον Αχιλλέα στο μυαλό μου.
Επίσης, η Μαρία Τσιμά (Κλυταιμήστρα)
ήταν η πιο σταθερή από όλους, καθώς
απέπνεε αμεσότητα και το σφρίγος μιας
βαριόμοιρης βασίλισσας που δεν παύει
να είναι μάνα (ιδιαίτερη στιγμή εκείνη
που έσκαβε με τα χέρια της το χώμα).
Από την άλλη, δεν
με κάλυψε με την ερμηνεία του ο Γιώργος
Γλάστρας ως Αγαμέμνονας. Ενώ διέκρινες
την αμφιβολία και την αναποφαστικότητα
του ήρωα, έλειπε η ένταση και η
συναισθηματική έξαρση. Ενώ φυσιολογικά
θα έπρεπε να παθιαστώ (θετικά ή αρνητικά)
με έναν πρωταγωνιστικό χαρακτήρα όπως
ο Αγαμέμνονας, εν τούτοις μου πέρασε
ουδέτερος έως αδιάφορος. Αντίθετα,
ενθουσιάστηκα με τον άνδρα που φορούσε
ένα μπλε κεφάλι ελαφιού και παρακολουθούσε
τα τεκταινόμενα από το βάθος της σκηνής
συμμετέχοντας ενίοτε έμμεσα στη πλοκή.
Η παρουσία του, εκτός από τον συμβολισμό
του ελαφιού που σκότωσε ο Αγαμέμνονας
και προκάλεσε την μήνη της Άρτεμης, ήταν
πολύ ατμοσφαιρική και σκοτεινή.
Δεύτερη ένσταση
είναι ο χορός. Γενικά, έχω στο μυαλό μου
τον χορό ως ένα συμβούλιο (συνήθως,
γερόντων) που αποτελούν την κοινή γνώμη,
τη ψύχραιμη και φωτισμένη οπτική των
τεκταινομένων. Εδώ είχαμε μια ομάδα
δεκατριών γυναικών χωρίς να είναι
ξεκάθαρο ποιος είναι ο προεξάρχων του
χορού. Οπωσδήποτε τα χορικά έδιναν μια
αίσθηση φρεσκάδας και ελαφρότητας στην
εξέλιξη της τραγωδίας. Και φυσικά, όλες
οι νέες και ταλαντούχες γυναίκες του
χορού έδειξαν εξαίσια δείγματα
συντονισμού, χορογραφίας και κινησιολογίας.
Έδειξαν επίσης εξαιρετική συνέπεια στη
συνεργασία, την εναλλαγή και τα φωνητικά.
Όμως, ιδίως το προτελευταίο στάσιμο,
ήταν στα όρια του μιούζικαλ. Με ξένισε,
δεν το περίμενα και το είδα με δυσπιστία.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ:
Φιλόδοξη προσπάθεια που συνδύαζε αφενός
την πιστότητα στο πνεύμα του Ευριπίδη
και αφετέρου την ανανεωτική διάθεση
και οπτική. Απέδωσε με λιτότητα μια
δραματική ιστορία που έθετε ξεκάθαρα
το δίλημμα μεταξύ του προσωπικού και
του συλλογικού, την διαφορά μεταξύ φόνου
και θυσίας. Είχε αδυναμίες, ενίοτε έλειπε
η οξύτητα και η αιχμηρότητα. Ήταν όμως
μια αξιοπρεπής παρουσία τοποθετημένη
στον καθηλωτικό χώρο της Επιδαύρου,
γεγονός που από μόνο του είναι δυνατή
εμπειρία. Αν συναντήσετε την παράσταση
στην καλοκαιρινή της περιοδεία (έχει
άλλες 10 παραστάσεις σε όλη την Ελλάδα
τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο), να την
παρακολουθήσετε.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου